ουνιβερσαλισμός
Προφορά
Ετυμολογία
ουνιβερσαλισμός └γαλλ┘ universalisme
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο ουνιβερσαλισμός
✦ θεολογική θεωρία που πρεσβεύει τη σωτηρία ολόκληρης της ανθρωπότητας
✦ φιλοσοφική θεωρία κατά την οποία η πραγματικότητα αποτελεί ενιαίο μοναδικό όλον και τα άτομα αποτελούν στοιχεία του όλου
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–