ουλάνος


ουλάνος
Προφορά

Ετυμολογία
ουλάνος └γαλλ┘ uhlan, ταταρ. oglan

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ουλάνος

✦ λογχοφόρος ιππέας του παλιού γερμανικού, αυστριακού, πολωνικού και ρωσικού στρατού

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.