οστεόλιθος


οστεόλιθος
Προφορά

Ετυμολογία
οστεόλιθος οστούν + λίθος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο οστεόλιθος

✦ οστό απολιθωμένο
✦ ορυκτό φωσφορικό άλας του ασβεστίου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.