ορυκτολογικός


ορυκτολογικός
Προφορά

Ετυμολογία
ορυκτολογικός ορυκτολογία

Ερμηνεία
επίθετο┘ ορυκτολογικός -ή, -ό

✦ ο αναφερόμενος στην ορυκτολογία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
ορυκτολογικά (Κ ορυκτολογικώς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.