οροφή


οροφή
Προφορά

Ετυμολογία
οροφή αρχαία ελληνική ὀροφή

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η οροφή

✦ η εσωτερική επάνω επιφάνεια ενός χώρου, ταβάνι
✦ η στέγη οικήματος
✦ (αεροπ.) το ανώτατο ύψος όπου μπορεί να φτάσει αεροπλάνο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.