ορέστειος
Προφορά
Ετυμολογία
ορέστειος αρχαία ελληνική ὀρέστειος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ορέστειος -α, -ο
✦ αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Ορέστη
✦ θηλ. Ορέστεια ως κύρ. όν., ο μύθος ο σχετικός με τον Ορέστη
✦ τριλογία του Αισχύλου την οποία αποτελούν οι τραγωδίες: ‘Αγαμέμνων, Χοηφόροι, Ε’õμενίδες
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–