οντισιόν


οντισιόν
Προφορά

Ετυμολογία
οντισιόν └γαλλ┘ audition (= ακρόαση)

Ερμηνεία
οντισιόν

✦ άκλ. ουσ. δοκιμαστική ακρόαση ή παράσταση υποψηφίου, ο οποίος θέλει να προσληφθεί ως ηθοποιός, τραγουδιστής, μουσικός κτλ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.