ονειρευτός
Προφορά
Ετυμολογία
ονειρευτός ονειρεύομαι
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ονειρευτός -ή, -ό
✦ που παρουσιάζεται στο όνειρο
✦ (συνεκδ.) ιδεώδης, ονειρώδης
✦ (μτφ. ) περιπόθητος: για ποιες αγάπες, για ποιο ταξίδι ονειρευτό; (Κ. Καρυωτάκης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
ονειρευτά