ομοϊδεάτισσα


ομοϊδεάτισσα
Προφορά

Ετυμολογία
ομοϊδεάτισσα ομού + ιδέα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ομοϊδεάτισσα

✦ θηλ. ομοϊδεάτισσα αυτός που έχει τις ίδιες ιδέες, τις ίδιες αντιλήψεις με κάποιον άλλο

Συνώνυμα
ομόφρων
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.