ομβροδέκτης


ομβροδέκτης
Προφορά

Ετυμολογία
ομβροδέκτης μεταγενέστερη ελληνική ὀμβροδέκτης

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ομβροδέκτης

✦ η στέρνα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.