ολόψυχος


ολόψυχος
Προφορά

Ετυμολογία
ολόψυχος μεταγενέστερη ελληνική ὁλόψυχος

Ερμηνεία
επίθετο┘ ολόψυχος -η, -ο

✦ ο με όλη την ψυχή, ο απ’ όλη την ψυχή: ολόψυχη συμπαράσταση – ολόψυχα συγχαρητήρια

Συνώνυμα
εγκάρδιος, ολόκαρδος
Αντίθετα

Επιρρήματα
ολόψυχα (Κ ολοψύχως)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.