ολόχλωρος


ολόχλωρος
Προφορά

Ετυμολογία
ολόχλωρος αρχαία ελληνική ὁλόχλωρος

Ερμηνεία
επίθετο┘ ολόχλωρος -η, -ο

✦ ο εξ ολοκλήρου χλωρός, καταπράσινος: σ’ ένα οροπέδιο… ολόχλωρο (Γ. Μπεράτης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.