ολοπόρφυρος


ολοπόρφυρος
Προφορά

Ετυμολογία
ολοπόρφυρος αρχαία ελληνική ὁλοπόρφυρος

Ερμηνεία
επίθετο┘ ολοπόρφυρος -η, -ο

✦ ο εντελώς πορφυρός, κατακόκκινος: και τα ποδήματά του πέταξε τα ολοπόρφυρα (Κ. Καβάφης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.