ολομέρεια


ολομέρεια
Προφορά

Ετυμολογία
ολομέρεια ολομερής

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ολομέρεια

✦ το σύνολο των μερών ενός συνόλου

Συνώνυμα

Αντίθετα
μονομέρεια
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.