ολισθηρός


ολισθηρός
Προφορά

Ετυμολογία
ολισθηρός αρχαία ελληνική ὀλισθηρός

Ερμηνεία
επίθετο┘ ολισθηρός -ή, -ό

✦ γλιστερός: από τη βροχή, οι δρόμοι έγιναν ολισθηροί

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
ολισθηρώς

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.