ολιγάνθρωπος


ολιγάνθρωπος
Προφορά

Ετυμολογία
ολιγάνθρωπος αρχαία ελληνική ὀλιγάνθρωπος

Ερμηνεία
επίθετο┘ ολιγάνθρωπος -η, -ο

✦ που έχει λίγο πληθυσμό, που κατοικείται από λίγους ανθρώπους

Συνώνυμα

Αντίθετα
πολυάνθρωπος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.