οκνεύω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply οκνεύωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/οκνεύω.mp3Ετυμολογίαοκνεύω οκνός Ερμηνεία└ρήμα┘ οκνεύω ✦ κυριεύομαι από ραθυμία, τεμπελιάζω: και στην Συρία ξέπεσε, μες στο παλάτι του Δημητρίου να διασκεδάζει και να οκνεύει (Κ. Καβάφης) ✦ βαριέμαι Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–