οινοπαραγωγός


οινοπαραγωγός
Προφορά

Ετυμολογία
οινοπαραγωγός οίνος + παραγωγός

Ερμηνεία
επίθετο┘ οινοπαραγωγός -ός, -ό

✦ που παράγει οίνο
✦ το αρσ. κ. θηλ. οινοπαραγωγός ως ουσ., ιδιοκτήτης αμπελιών και εγκαταστάσεων παραγωγής κρασιού

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.