οθόνη


οθόνη
Προφορά

Ετυμολογία
οθόνη αρχαία ελληνική ὀθόνη (= λινό ύφασμα)

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η οθόνη

✦ λινό ή βαμβακερό, λευκό και λεπτό ύφασμα
✦ (κινημ.) το επίπεδο στο οποίο προβάλλονται οι φωτεινές εικόνες
✦ επιφάνεια της συσκευής της τηλεόρασης στην οποία σχηματίζεται η εικόνα
✦ επιφάνεια του ηλεκτρονικού υπολογιστή στην οποία εμφανίζονται τα δεδομένα
✦ μεγάλη οθόνη, ο κινηματογράφος – μικρή οθόνη, η τηλεόραση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.