οδογράφος


οδογράφος
Προφορά

Ετυμολογία
οδογράφος οδός + γράφω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο οδογράφος

✦ συσκευή που καταγράφει την απόσταση που διήνυσε όχημα ή πεζός

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.