ξεψαχνίζω
Προφορά
Ετυμολογία
ξεψαχνίζω ξε- + ψαχνός
Ερμηνεία
└ρήμα┘ ξεψαχνίζω
✦ τρώγω το ψαχνό
✦ (μτφ. ) εξετάζω λεπτομερειακά: ακόμα δεν ξεψαχνίστηκε η υπόθεση
✦ βολιδοσκοπώ: κοίτα να τον ξεψαχνίσεις, να μάθουμε τις προθέσεις του
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–