ξεφτώ


ξεφτώ
Προφορά

Ετυμολογία
ξεφτώ ἐξέφτυσα, αόρ. του αρχαίου ελληνικού ἐκπτύω

Ερμηνεία
ρήμα ξεφτώ -άς, -ά

✦ ξεφτίζω (βλ. λ.)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.