ξεφουσκώνω
Προφορά
Ετυμολογία
ξεφουσκώνω ξε- + φουσκώνω
Ερμηνεία
└ρήμα┘ ξεφουσκώνω
✦ αφαιρώ τον αέρα από φούσκα
✦ ανακουφίζομαι από φούσκωμα του στομαχιού
✦ (μτφ. ) ξαλαφρώνω, εκτονώνομαι: τα είπε και ξεφούσκωσε
✦ (μτφ. ) ξεθυμαίνω, ατονώ: ξεφούσκωσε το ενδιαφέρον
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–