ξεφάντωμα
Προφορά
Ετυμολογία
ξεφάντωμα ξεφαντώνω
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το ξεφάντωμα
✦ διασκέδαση, γλέντι: ήταν καλόκαρδοι και γλεντζέδες και προτιμούσανε τα ξεφαντώματα και το ραχάτι από τις έγνοιες της δουλειάς (Διδώ Σωτηρίου)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–