ξεσαλώνω


ξεσαλώνω
Προφορά

Ετυμολογία
ξεσαλώνω – Η ετυμολογία λείπει.

Ερμηνεία
ξεσαλώνω

✦ ρ. (ξεσάλ-ωσα, -ώθηκα, -ωμένος) υπερβαίνω τα επιτρεπτά όρια, ξεπερνώ κάθε φραγμό ηθικής και λογικής

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.