ξεσαβούρωτος


ξεσαβούρωτος
Προφορά

Ετυμολογία
ξεσαβούρωτος ξεσαβουρώνω

Ερμηνεία
επίθετο┘ ξεσαβούρωτος -η, -ο

✦ ο χωρίς σαβούρα
(μτφ. ) ο χωρίς έρμα, ανερμάτιστος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.