ξεπιτούτου
Προφορά
Ετυμολογία
ξεπιτούτου εξεπιτούτου
Ερμηνεία
└επίρρημα┘ ξεπιτούτου
✦ σκόπιμα, με πρόθεση, επίτηδες: το καράβι το ‘χαν βουλιαγμένο επίτηδες και τις κοτρόνες ξεπιτούτου σωριασμένες αποπάνω (Π. Πρεβελάκης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–