ξεπαστρεύω
Προφορά
Ετυμολογία
ξεπαστρεύω ξε- + παστρεύω
Ερμηνεία
└ρήμα┘ ξεπαστρεύω
✦ εξοντώνω, εξαφανίζω: συνεννοηθήκανε και πέσαν ξαφνικά νύχτα στο στρατόπεδο των μπράβων και τους ξεπαστρέψανε όλους (Κ. Βάρναλης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–