ξενυχιάζω


ξενυχιάζω
Προφορά

Ετυμολογία
ξενυχιάζω ξε- + νύχι

Ερμηνεία
ρήμα ξενυχιάζω

✦ βγάζω τα νύχια κάποιου: στην ανάκριση, τον ξενύχιασαν, για να μαρτυρήσει
✦ πατώ κάποιον στα νύχια των ποδιών: δεν προσέχεις, βρε παιδί μου, με ξενύχιασες

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.