ξενοκληρία


ξενοκληρία
Προφορά

Ετυμολογία
ξενοκληρία ξένος + κλήρος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ξενοκληρία

✦ η κληρονομιά των ξένων
✦ το δικαίωμα του ηγεμόνα, κατά το μεσαίωνα, να κληρονομεί κάθε αλλοδαπό που πέθαινε στην επικράτειά του

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.