ξενιτεμένος Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply ξενιτεμένοςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/ξενιτεμένος.mp3Ετυμολογίαξενιτεμένος μτχ. παθητ. πρκμ. του ρήματος ξενιτεύομαι Ερμηνεία ξενιτεμένος ✦ -η, -ο μτχ. ως επίθ. ο απόδημος, πρόσωπο που ζει στην ξενιτιά μακριά από την πατρίδα του Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–