ξεμυαλίζω


ξεμυαλίζω
Προφορά

Ετυμολογία
ξεμυαλίζω ξε- + μυαλό

Ερμηνεία
ρήμα ξεμυαλίζω

✦ κάνω κάποιον να χάσει τα μυαλά του, τη φρονιμάδα του
✦ αποπλανώ, διαφθείρω: Ρωμιές δούλες ξεμυαλισμένες απ’ τους σωματέμπορους (Μ. Καραγάτσης)

Συνώνυμα
ξετρελαίνω
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.