ξεμπροστιάζω
Προφορά
Ετυμολογία
ξεμπροστιάζω ξε- + μπροστά
Ερμηνεία
└ρήμα┘ ξεμπροστιάζω
✦ αποκαλύπτω την αναξιότητα ή τα σφάλματα κάποιου μπροστά σε τρίτους: έπρεπε να το πάρεις παράμερα το παιδί και να το συμβουλέψεις και όχι να το ξεμπροστιάσεις
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–