ξελασκάρω


ξελασκάρω
Προφορά

Ετυμολογία
ξελασκάρω ξε- + λασκάρω

Ερμηνεία
ρήμα ξελασκάρω

✦ χαλαρώνω, ξεσφίγγω: η βίδα ξελάσκαρε
(μτφ. ) ελευθερώνομαι από πιεστικές ασχολίες, βρίσκω καιρό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.