ξεκαπέλωτος


ξεκαπέλωτος
Προφορά

Ετυμολογία
ξεκαπέλωτος ξεκαπελώνω

Ερμηνεία
επίθετο┘ ξεκαπέλωτος -η, -ο

✦ ο χωρίς καπέλο, ασκεπής

Συνώνυμα

Αντίθετα
καπελωμένος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.