ξεθόλωμα


ξεθόλωμα
Προφορά

Ετυμολογία
ξεθόλωμα ξεθολώνω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το ξεθόλωμα

✦ το να ξεθολώνει κάποιος ένα υγρό, το να καθιστά κάποιος διαυγές κάτι που ήταν θολό πρωτύτερα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.