ξαστεριά


ξαστεριά
Προφορά

Ετυμολογία
ξαστεριά ξάστερος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ξαστεριά

✦ η κατάσταση του έναστρου ή ανέφελου ουρανού, αιθρία: και στην καθαρή βραδιά χόρτασα την ξαστεριά (Ζ. Παπαντωνίου)

Συνώνυμα

Αντίθετα
συννεφιά, σκοτεινιά
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.