ξαναζέσταμα


ξαναζέσταμα
Προφορά

Ετυμολογία
ξαναζέσταμα ξαναζεσταίνω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το ξαναζέσταμα

✦ το να ζεσταίνει κάποιος κάτι ξανά: ξαναζέσταμα του φαγητού
(μτφ. ) αναθέρμανση, αναζωπύρωση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.