νύμφη


νύμφη
Προφορά

Ετυμολογία
νύμφη αρχαία ελληνική νύμφη

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η νύμφη

✦ νύφη (βλ. λ.)
✦ στην αρχαία ελληνική ελλην. μυθολ. γυναικείες θεότητες της φύσης
✦ (ζωολ.) η κάμπια των εντόμων στην τελευταία φάση της εξέλιξής της

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.