νόθευση


νόθευση
Προφορά

Ετυμολογία
νόθευση μεταγενέστερη ελληνική νόθευσις

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η νόθευση

✦ παραποίηση
✦ αλλοίωση της συστάσεως ενός πράγματος με προσθήκη νέων στοιχείων, για εξαπάτηση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.