νωτιαίος


νωτιαίος
Προφορά

Ετυμολογία
νωτιαίος αρχαία ελληνική νωτιαῖος

Ερμηνεία
νωτιαίος

✦ -αία, -αίο επίθ. (Κ -αία, -αίον) ο των νώτων
✦ (ανατ.) νωτιαίος μυελός, μυελός της σπονδυλικής στήλης

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.