ντόρος


ντόρος
Προφορά

Ετυμολογία
ντόρος – Η ετυμολογία λείπει.

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ντόρος

✦ πολύς θόρυβος, ταραχή
✦ (μτφ. φρ.) έκανε ντόρο, συζητήθηκε, διαφημίστηκε πολύ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.