ντολμέν


ντολμέν
Προφορά

Ετυμολογία
ντολμέν └γαλλ┘ dolmen

Ερμηνεία
ουσιαστικό
άκλιτο┘ το ντολμέν

✦ μεγαλιθικό μνημείο αποτελούμενο από επίπεδες λίθινες πλάκες που στηρίζονται σε ογκόλιθους κάθετους στο έδαφος, και σχηματίζουν νεκρικό θάλαμο που, πιθανόν, να καλύπτονταν από σωρό χώματος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.