ντιστεγκές


ντιστεγκές
Προφορά

Ετυμολογία
ντιστεγκές └γαλλ┘ distingué

Ερμηνεία
ντιστεγκές

✦ επίθ. κομψευόμενος
✦ κομψός, χαριτωμένος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.