ντισκοτέκ


ντισκοτέκ
Προφορά

Ετυμολογία
ντισκοτέκ └γαλλ┘ discotheque

Ερμηνεία
ουσιαστικό
άκλιτο┘ η ντισκοτέκ

✦ κέντρο ψυχαγωγίας, όπου χορεύουν με συνοδεία μουσικής από δίσκους

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.