ντεκόρ
Προφορά
Ετυμολογία
ντεκόρ └γαλλ┘ décor
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└άκλιτο┘ το ντεκόρ
✦ διακόσμηση χώρου
✦ (θέατρ.) ο σκηνικός διάκοσμος
✦ (κινημ.) σκηνικά κλειστού χώρου όπου γυρίζεται κινηματογραφική ή τηλεοπτική ταινία
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–