νταμωτός


νταμωτός
Προφορά

Ετυμολογία
νταμωτός ντάμα

Ερμηνεία
επίθετο┘ νταμωτός -ή, -ό

✦ που έχει επιφάνεια διαιρεμένη σε τετραγωνίδια

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.