νταλγκάς


νταλγκάς
Προφορά

Ετυμολογία
νταλγκάς └τουρκ┘dalga (=κύμα, τρικλοποδιά)

Ερμηνεία
νταλγκάς

✦ δυνατή επιθυμία, πόθος, μεράκι

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.