νοτιά


νοτιά
Προφορά

Ετυμολογία
νοτιά αρχαία ελληνική νοτία (ενν. α/õρα, πνοή), └θηλ┘ του επιθέτου νότιος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η νοτιά

✦ το νότιο σημείο του ορίζοντα, νότος
✦ ο νότιος άνεμος: φυσούσε νοτιά
✦ υγρασία: η νοτιά τρυπούσε τα κόκαλα (Κ. Παλαμάς)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.