νοτίζω


νοτίζω
Προφορά

Ετυμολογία
νοτίζω αρχαία ελληνική νοτίζω

Ερμηνεία
ρήμα νοτίζω

✦ υγραίνω
✦ (αμτβ.) υγραίνομαι, γίνομαι υγρός: η μυρωδιά του νοτισμένου χώματος μες στις ψυχές μας (Οδ. Ελύτης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.